Κίβδηλη διανόηση (4-3-2017)


Κοινή η πεποίθηση ότι διανοούμενος είναι ο ανώτερης μόρφωσης και σκέψης άνθρωπος. Αυτή η αντίληψη επικράτησε γιατί εξυπηρετεί, κατά τάξη, όσους νέμονται την εξουσία, όποιας μορφής κι αν είναι αυτή. Πηγάζει κατά κανόνα από το αδιαμφισβήτητο γεγονός της πτωχής ή μηδενικής παιδείας των λαϊκών στρωμάτων αφενός, και αφετέρου από την τάση κυριαρχίας που διακατέχει όσους εμπρόθετα ή τυχαία καταφέρνουν να αποκτήσουν ακαδημαϊκούς τίτλους. Δημιουργείται έτσι και επικρατεί μία σύγχυση που αφορά στις έννοιες που εκφράζονται ως νους και γνώση. Η σύγχυση αυτή φτάνει μέχρι και στην ταύτιση των εννοιών.

Εάν θεωρηθεί σαν αλήθεια αφενός ότι η έννοια νους αφορά σε χώρο μέσα στον οποίο συντελούνται οι διαδικασίες σκέψης ενώ αφετέρου η έννοια γνώση αφορά στη διακριτική ικανότητα της σκέψης και όχι στο μέγεθος και στο πλήθος των πληροφοριών, τότε γίνεται φανερό ότι όλοι οι άνθρωποι είναι διανοούμενοι στο βαθμό που τους επιτρέπει η φυσική ευφυία και η καλλιέργειά της.
Ο νους είναι χώρος άπειρος, κοινός και αδιάστατος. Τα όρια του ατομικού νου μπορούν να διευρυνθούν ανάλογα με τη φυσική ευφυία, την παιδεία και την καλλιέργεια της σκέψης, τα οποία είναι και τα κύρια χαρακτηριστικά της ατομικής έκτασης του νου που ελέγχει ο καθένας μέσα στον άπειρο κοινό νου. Η εξουσιαστική φύση του ανθρώπινου «εγώ» και της «εαυτότητάς» του εκμεταλλεύτηκε και οικειοποιήθηκε την δια του νου σκεπτική ικανότητα του ανθρώπου καταρχάς ταξικά και μετά την μηχανοποίηση της κοινωνίας με τον διαχωρισμό της εργασίας και της ειδίκευσης. Το γεγονός αυτό δε σημαίνει κατ ανάγκη ότι μπορεί να καταργηθεί το εμπόδιο που αποτελεί ο βαθμός της φυσικής ευφυίας. Αντιστρόφως, όμως, σημαίνει ότι υποστηρίζεται η καλλιέργεια της σκέψης για όσους κατά τάξη συμφωνούν στην εκμετάλλευση, με ορισμένα ανταλλάγματα, των αδυνάτων, στους οποίους παρέχεται τόση δυνατότητα καλλιέργειας όση εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αρχουσών τάξεων μέσα από έναν αυθαίρετο αξιακό διαφορισμό της εργασίας.
Με άλλα λόγια, διευκολύνεται η καλλιέργεια της σκέψης σε όσους καταρχάς διαθέτουν μια βάση φυσικής ευφυίας, εμπειρίας ζωής και καλλιέργειας, αλλά και κατά σύμβαση υιοθετούν από τα πράγματα το πρότυπο της εξουσίας των «δυνατών» και της εκμετάλλευσης των «αδυνάτων».
Σαν διανόημα θεωρείται η ενέργεια της ανθρώπινης σκέψης, μέσα στον ατομικό, δηλαδή περιορισμένο τμήμα του άπειρου, νου, με την οποία διαδικασία διακρίνονται οι έννοιες της δράσης (το ρήμα) και της ουσίας (το ουσιαστικό) και συγκρίνονται μεταξύ τους ή παραβάλλεται η έννοια του ρήματος σε σχέση με τον αυτοέλεγχο και τον χρόνο. Όλα τα παραπάνω αφορούν και στη γλώσσα, το μέσο δηλαδή, μέσω του οποίου εκφράζεται η σκέψη και πραγματοποιείται η πράξη. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι κάθε διανόημα αποτελείται από τρία στοιχεία, εκ των οποίων, δύο υλικά: δράση και ουσία και ένα καθ’ ολοκληρία άυλο: η διακριτική συσχέτιση των δύο προηγουμένων και η σύνθεσή τους σε ένα νόημα.

Στην καπιταλιστική κοινωνία σημαντικό μέρος της διανόησης είναι υποχρεωμένο να εξυπηρετεί την κυρίαρχη τάξη, κατά κανόνα την αστική. Η διανόηση δεν μπορεί να ακολουθήσει ανεξάρτητη πολιτική, δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητη τάξη, και στρατολογείται για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εξουσίας από διάφορες τάξεις. Οι τεχνικές εφαρμογές της σύγχρονης τεχνολογικής «προόδου» κάνει πολυαριθμότερη τη διανόηση, δηλαδή τους διανοούμενους, και ανεβάζει τη σημασία τους και το ρόλο που κατέχουν μέσ’ την κοινωνία.
Ο καπιταλισμός καταστρέφοντας τον ποιοτικό χαρακτήρα του πολιτισμού τον εμπορευματοποιεί και κάνει τους διανοούμενους τέλεια μηχανικά εξαρτήματα της άρχουσας τάξης. Αυτός είναι ο λόγος που ικανός αριθμός διανοουμένων στρέφεται προς τα λαϊκά στρώματα ή την εργατική τάξη.
Σε θέσεις εξουσίας συχνά διχάζονται οι διανοούμενοι, ανάμεσα στην επιλογή της εξουσίας ή αυτή καθεαυτή την καλλιέργεια της σκέψης. Η συζήτηση σχετικά με το ποιος μπορεί να θεωρείται μέλος της διανόησης είναι τόσο παλιά όσο και η άποψη πως  αποτελεί η διανόηση ιδιαίτερη κοινωνική τάξη. Σύμβουλοι, εμπειρογνώμονες, αναλυτές κλπ περιλαμβάνονται στους διανοούμενους και ιδιαίτερα τα τμήματα των διανοουμένων που οι αναζητήσεις τους απαιτούν μεγάλα οικονομικά μέσα. Συνήθως οι τελευταίοι και οι διανοούμενοι που ασχολούνται με την έρευνα είναι οι πιο ενδοτικοί στην εξουσία. Οι φερόμενοι ως απολίτικοι εξυπηρετούν εμμέσως αλλά και αμέσως το κατεστημένο. Στους διανοούμενους σήμερα περιλαμβάνονται οι υπάλληλοι της κυβέρνησης και των κοινωνικών οργανισμών, τα οικονομικά και τα κοινωνικά στελέχη, οι εκπαιδευτικοί, οι επιστήμονες, οι καλλιτέχνες, οι δημοσιογράφοι και γενικά τα στελέχη που επανδρώνουν τη λειτουργία του εξουσιαστικού συστήματος. Στην πραγματικότητα το χρέος του διανοούμενου και η ποιότητα που τον χαρακτηρίζει είναι η αντίσταση απέναντι στη βαρβαρότητα και σε όλες τις δυνάμεις που υποβαθμίζουν τον στοχασμό. «... Είτε είναι κανείς συγγραφέας, πανεπιστημιακός, επιστήμονας, καλλιτέχνης, νομικός, μηχανικός, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, διανοούμενος παρά μόνον από τη στιγμή που θα πραγματευτεί με τρόπο μη ειδικευμένο και πέρα από το δικό του στενό επαγγελματικό πεδίο προβλήματα ανθρώπινα, ηθικά, πολιτικά, φιλοσοφικά κα, τότε μόνον, πρέπει να θεωρείται διανοούμενος. Με άλλα λόγια, η ιδιότητα του διανοούμενου δεν καθορίζεται από την επαγγελματική ένταξη στη διανόηση αλλά προκύπτει από την υπέρβαση της επαγγελματικής ταυτότητάς του και από την ενεργητική συμμετοχή στο δημόσιο διάλογο και στη μάχη των ιδεών. Η επιστημονική μέθοδος και η δομή της επιστήμης απ’ τη φύση της είναι ανίκανη να κατανοήσει τα προβλήματα στην ολότητά τους, ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσον ενδοσκόπησης...», γράφει ο Εντγκάρ Μορέν (Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος –Παρίσι 1921-).

Τα μέσα επικοινωνίας είναι σε επαφή με την καθημερινότητα αλλά είναι ανίκανα για στοχασμό. Γενικές μόνον θορυβώδεις ιδέες μετά από επιλογές ανάλογα με την εμπορευματική ή καταναλωτική τους αξία. Η άρχουσα τάξη που τα κατέχει στη σημερινή εποχή εγκλωβίστηκε μέσα στα ίδια της τα επιχειρήματα και προσπαθεί με διάφορες αληθινές ή ψευδείς απειλές, για παράδειγμα την τρομοκρατία, να καταργήσει χάριν της «ασφάλειας» όλα τα δικαιώματα προκειμένου να πείσει τις μάζες για το «κακό» χαρακτήρα του σοσιαλισμού.
Η επίθεση ενάντια στο σοσιαλισμό περιλάμβανε την υποστήριξη και την ενίσχυση κάθε διαδικασίας εξατομίκευσης. Η ξεχωριστότητα του ατόμου προπαγανδίζεται και σαν μέσο επιβεβαίωσης της ατομικής ύπαρξης. Καταναλώνω άρα υπάρχω. Το σύστημα αυτό το κατεξοχήν εκμεταλλευτικό έφτασε να ιδεολογικοποιήσει ακόμη και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η καταγγελία και η καταδίκη των παραβιάσεων δεν είναι αρκετή από μόνη της να σχεδιάσει ένα μέλλον. Αυτή η ανυπαρξία μέλλοντος καταδίκασε, αλίμονο, τελειωτικά, όπως φαίνεται, τους παραδοσιακά διανοούμενους.

Η κουλτούρα της καταγγελίας, στην οποία αρέσκονται οι διανοούμενοι μηδενός εξαιρουμένου, ουδέ του γράφοντος, εκτρέφει την πεποίθηση στο κοινό μιας αδυναμίας μετασχηματισμού. Ο παραδοσιακός διανοούμενος πρότεινε ένα μέλλον. Η σημερινή όμως ανάγκη είναι να φωτιστεί το παρόν. Πάρα πολλοί γνωρίζουν, ή διαισθάνονται ότι ο καπιταλισμός δεν έχει μέλλον. Σήμερα οι διανοούμενοι απειλούνται απ’ τη γενική επέκταση της εξειδίκευσης, του τεχνικισμού, του επαγγελματισμού. Η αναγκαιότητα ύπαρξής τους μεγαλώνει όσο η τεχνοκρατία τείνει να τους εξαφανίσει από την παραδοσιακή λειτουργία τους. Η ανάγκη είναι μεγάλη να φωτιστεί ποια ή ποιες ανθρώπινες δραστηριότητες τρέφουν σήμερα την παράταση της αγωνίας της κοινωνίας. Η απάντηση στο ερώτημα μπορεί να είναι ο ατομικισμός, η κατανάλωση, ο ευδαιμονισμός;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: