Η Πάουερ (30/12/2018)



Στην δεκαετία του πενήντα «το κίτρινο» ήταν αστικό λεωφορείο στην Αθήνα και τον Πειραιά. Ιδιοκτησία του Αγγλικού ομίλου «Power and Traction Finance Co», η οποία από το 1926 είχε αναλάβει την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας για το Ελληνικό Δημόσιο. Η σύμβασή της περιλάμβανε τον ηλεκτροφωτισμό και την ηλεκτροκίνηση της Αθήνας και του Πειραιά. Θυγατρική της ήταν η ΗΕΜ που εκμεταλλευόταν τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο Πειραιά – Αθήνα – Κηφισιά. Όλα αυτά, βέβαια, υπήρχαν πριν από την άφιξη των τρόλεϊ και την ίδρυση της ΔΕΗ.
Το «κίτρινο» της Πάουερ εξυπηρετούσε στην Αθήνα μια μοναδική γραμμή: σταθμός Λαρίσης -  Παγκράτι. Διέσχιζε από άκρη σε άκρη τον σκληρό πυρήνα της τότε Αθήνας και σε έφερνε από την πύλη της πρωτεύουσας που υποδεχόταν όλες τις βόρειες επαρχίες που εξυπηρετούσε ο ΟΣΕ.

Με πλακουτσή μούρη, χωρίς δηλαδή την έξαρση του μπροστινού τμήματος που κλασσικά βρίσκεται ο κινητήρας, με μεγαλύτερο φάρδος απ’ ότι ύψος και κατακίτρινο χρώμα, έμοιαζε με υπερμεγέθη κάμπια που σερνόταν στην Αθήνα. Ήταν το πιο ωραίο από τα άσχημα μηχανήματα που συνάντησα στη ζωή μου. Πράγματι, η εντύπωσή μου αυτή, της συνύπαρξης ωραίου και άσχημου συγχρόνως, δεν άλλαξε ακόμα και όταν πέρασαν τα χρόνια και γνώρισα κι άλλες πόλεις και χώρες. Η θέση του οδηγού, αριστερά εμπρός, δεν είχε πρόσβαση εσωτερική προς το όχημα, δηλαδή, ο οδηγός έπρεπε να βγει στο δρόμο απ’ τη θέση του και να πάει με τα πόδια πίσω δεξιά που βρισκόταν η πόρτα εισόδου των επιβατών, για να μπει στο όχημα. Το δεξί εμπρός μέρος χωριζόταν απ’ τον χώρο του οδηγού κι εκεί βρισκόταν η μηχανή, στην οποία είχαν πρόσβαση οι μηχανικοί από την δεξιά πλευρά του λεωφορείου. Όλο αυτό το εμπρός κομμάτι, δηλαδή ο οδηγός και η μηχανή,  χωριζόταν από τον χώρο των επιβατών με σταθερό χώρισμα το οποίο στο άνω μέρος του είχε ημιδιαφανές τζαμωτό  σε χρώμα βαθύ πράσινο και σε ορισμένα λεωφορεία βαθύ καφέ.

Ο εισπράκτορας ήταν ο αφέντης στον χώρο των επιβατών. Περιπολούσε συνεχώς σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, μπρος και πίσω, στον στενό διάδρομο που υπήρχε μεταξύ των διπλών καθισμάτων της δεξιάς πλευράς και των μονών της αριστερής. Έλεγχε στις ώρες της αιχμής και την μεσαία πόρτα, γιατί ανέβαιναν και από εκείνη επιβάτες. Κάποια στιγμή επιβλήθηκε η άνοδος μόνον από την πίσω πόρτα. Η μεσαία θύρα έγινε έτσι μόνον έξοδος, εκτός από ορισμένους που ανέβαιναν από εκεί με ύφος υπεροχής. Αυτοί δεν πλήρωναν εισιτήριο και μερικοί από αυτούς κάτι ψιθύριζαν στο αυτί του εισπράκτορα και άλλοι φαίνονταν γνωστοί του, που κι αυτοί δεν πλήρωναν. Παρέμεναν σιωπηλοί και υπέροχοι, διατηρώντας σε όλη την διάρκεια της παραμονής τους, ως επιβάτες, μέχρι να κατέβουν, αγέρωχοι, το ύφος αυτής της ξεχωριστότητάς τους. Μυστήριο. Λύθηκε μια μέρα που βρισκόμουν κολλητά με τον εισπράκτορα, όταν, όπως συχνά συνέβαινε η σαρδελοποίηση στο τμήμα μεταξύ Ομονοίας και Συντάγματος. Εκείνη την ημέρα ένας ψηλός με καπαρντίνα μέχρι τον αστράγαλο και ρεπούμπλικα στο κεφάλι του ψιθύρισε «Αστυνόμος». Ο εισπράκτορας δεν του ζήτησε καμία πιστοποίηση. Φαίνεται ότι εκείνη ήταν η ημέρα των αποκαλύψεων γιατί στην Πλατεία Κλαυθμώνος ανέβηκαν δύο των οποίων ο ψίθυρος έγινε αισθητός από τα ολάνοιχτα αυτιά μου σαν «ελευθέρας». Πρέπει να προσθέσω πολλούς παπάδες στους οποίους κάποιοι εισπράκτορες, από σεβασμό μάλλον, δεν έκοβαν εισιτήριο. Καθώς και άλλους που δήλωναν «αναπηρικό» χωρίς να είναι φανερή κάποια αναπηρία. Βέβαια, οι πόλεμοι μόλις είχαν τελειώσει, οπότε, θεώρησα ότι μπορεί να είχαν υποστεί ψυχολογικά τραύματα. Το πιο πιθανό πάντως είναι ότι το ελευθέρας «αναπηρικό» ισοφάριζε κάποιες ιδιαίτερες υπηρεσίες προς το κράτος. Στους στόχους της παρατήρησής μου που ήταν τα κορίτσια και γενικά τα θηλυκά προστέθηκαν έτσι και οι τζαμπατζήδες. Έτσι έμαθα να ξεχωρίζω τους αστυνομικούς με πολιτικά, αφού εντόπισα ότι οι περισσότεροι ανέβαιναν, σχεδόν όλοι, πάντα στη στάση του Αγίου Κωνσταντίνου της Ομόνοιας, η οποία βρισκόταν πολύ κοντά στο Δ΄ Αστυνομικό Τμήμα. Έτσι οι μυστικοί ή αυτοί με τα πολιτικά έπαψαν να είναι μυστήριο για μένα.

Ο κόσμος των μέσων μεταφοράς άνοιξε όταν μπήκα στο Γυμνάσιο και πήρα την άδεια να τα χρησιμοποιώ. Πάντα βέβαια σε διαδρομές που μπορούσα να δικαιολογήσω την παρουσία μου. Οι δυο γραμμές που χρησιμοποιούσαν ήσαν αυτή της κίτρινης κάμπιας και η άλλη του πράσινου τραμ νούμερο έντεκα, της «Κινέζας» όπως έλεγα, με το οποίο πήγαινα στην προσκοπική ομάδα που ανήκα στον Κολωνό, ή στο Πεδίο του Άρεως για βόλτα και αργότερα στα θερινά σινεμά που ήταν μαζεμένα στο τέρμα της Ιπποκράτους. Πολλά πράγματα έμαθα απ’ αυτά τα ταξίδια για την κοινωνία μέσα στην οποία ζούσα, και πάντα τα θυμάμαι με συγκίνηση.

Παρόλον ότι τα λεωφορεία είναι ουδέτερα ουσιαστικά τα είχα τακτοποιήσει στην συνειδησιακή μου οργάνωση σαν θηλυκά όντα. Αυτό ήταν κάτι που έκανα συνήθεια και την διατήρησα σε μεγάλο μέρος της ζωής μου, σε όποιο μέρος κι αν βρέθηκα. Έπαιρνα το λεωφορείο ή το τραμ και έκανα όλη την διαδρομή, από τέρμα σε τέρμα, και στο πήγαινε και στο έλα. Ήταν μια εργασία σχεδόν μελέτης που σε έκανε να βλέπεις την πόλη και τις διαφορές της από γειτονιά σε γειτονιά. Κυρίως όμως έβλεπες διάφορους ανθρώπους με κοινό σημείο την κοινή διαδρομή. Καμιά άλλη σχέση δεν καθόριζε το αντάμωμα μαζί τους. Η εποχή ήταν τέτοια επειδή δεν υπήρχε το ΙΧ αυτοκίνητο και έτσι έμαθα να υπάρχω σε κοινές διαδρομές με πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους, κυρίως εργαζόμενους και μαθητές. Άλλο σημαντικό, που κατανόησα πολύ αργότερα, είναι ότι απέκτησα άκοπα αμεσότητα στην κοινωνική επαφή με αγνώστους ανθρώπους αλλά της δουλειάς και της σπουδής και έτσι ερμήνευσα την ψυχρότητα που έχω ακόμα για τις ανώτερες, που λένε, τάξεις ή με αυτούς που παριστάνουν ότι ανήκουν σε αυτές.

Εξαιτίας μιας όχι πολύ μυστηριώδους αιτίας, τόσο η Πάουερ όσο και το πράσινο τραμ ήταν Γερμανικής κατασκευής. Η Βρετανική Πάουερ είχε Γερμανικά αυτοκίνητα, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να έχει Εγγλέζικα. Στο ερώτημα απάντησε πολλά χρόνια μετά ο Μαρξ, αφού το Κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και το κίνητρο είναι μόνον το κέρδος. Τα πράσινα τραμ είχε αγοράσει το Ελληνικό κράτος μεταχειρισμένα από την Σαγκάη. Ο Γερμανός σχεδιαστής τους είχε προσπαθήσει να δώσει Κινέζικα χαρακτηριστικά στο σχέδιο και είχαν πράγματι κάτι από παγόδα. Η θηλυκιά τους όψη στο δικό μου πάνθεον ήταν για το τραμ η Κινέζα. Μια Κινέζα γεροντοκόρη, ανέραστη αλλά αεράτη, χωρίς βάρη και υποχρεώσεις με μεγάλη ελαφρότητα στην κίνηση αλλά θορυβωδέσταση και πολυλογού. Η κάμπια, παρόλο το ατσούμπαλο του σχήματός της είχε μεγάλη θηλυκότητα και θαλπωρή, σ’ αγκάλιαζε, πραγματικά, σαν Γερμανίδα  πενηντάρα, χήρα.
Ο άδολος και πτωχός μικρός κόσμος της Αθήνας της εποχής εκείνης είχε τη δυνατότητα να τροφοδοτεί την φαντασία του εφήβου με πλάσματα, εκτός πραγματικότητας, γιατί οι επιλογές, πριν γίνουν τέτοιες, έπρεπε να εφευρεθούν. Σήμερα οι νεολαίοι καθοδηγούνται από επιλογές που προσφέρονται έτοιμες από τα οικονομικά συμφέροντα, με δώρο την ψευδαίσθηση ότι αυτό που κάνουν το πράττουν με δική τους επιλογή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: