Σκέψη: μια δυσέραστος κόρη (11/11/2018)



Η σκέψη, θηλυκή οντότητα στην ελληνική γλώσσα, παραπέμπει άμεσα στη σχέση και στον χαρακτήρα του αποτελέσματος που μπορεί να προκύψει από αυτή. Η σκέψη έχει μια προέλευση και  μια μορφή που επηρεάζει, εάν όχι καθοριστικά, καίρια την σχέση μαζί της. Προέρχεται σαν ερώτημα από τον εσωτερικό διάλογο ή από κάποιο εξωτερικό ερέθισμα; Έχει τη μορφή ερωτήματος, πρότασης ή απάντησης που προκύπτει από τη διανοητική επεξεργασία του ίδιου του σκεπτόμενου; Από γεγονός ή εκφρασμένη και διατυπωμένη άποψη άλλου ή άλλων; Αφορά σε συγκεκριμένη ερώτηση ή ασάφεια μιας λογικής πρότασης ή είναι ενασχόληση εκ του προχείρου «per passare il tempo»;

Ακριβώς όπως στη σχέση με μία κόρη εξετάζεται η καταγωγή και το παρελθόν της. Επισημαίνω στο σημείο αυτό ότι καταγράφω απλά την άποψη που έχει καθιερωθεί και επιβληθεί και όχι μια κριτική ανάλυσή της. Η εξέταση της καταγωγής και του παρελθόντος σχετίζεται στενότατα με τις προθέσεις του σκεπτόμενου. Ποιος ο σκοπός και οι στόχοι του; Είναι μήπως η σχέση για τη σχέση; Ίσως επειδή το κάνουν οι άλλοι; Είναι  μήπως μία μυστηριώδης έλξη που ασκείται; Η ακατανίκητη γοητεία του ετερώνυμου ή του αντίθετου; Είναι, λοιπόν, φυσικά αυτά τα ερωτήματα. Καθοριστικά η διαύγεια των προθέσεων και το επείγον του πράγματος. Η εμπειρία σκέψης και το γνωστικό και αντιληπτικό πεδίο του σκεπτόμενου είναι καθοριστικά χαρακτηριστικά. Χρωματίζουν ποιοτικά αυτές τις διαδικασίες και αποδίδουν πλούτο ή πενία στην σχέση. Στην πράξη σχετίζονται δύο χαρακτήρες. Αυτός του σκεπτόμενου με το «εγώ» και την εαυτότητά του και αυτός της λέξης, της πρότασης ή του ερωτήματος που αυτή βάζει και η οποία έχει ακριβώς την ίδια δομή. Κάθε λέξη ή ερώτημα διαθέτει και αυτό ένα «εγώ» και μία «εαυτότητα». Είναι οι διάφορες ερμηνείες ή αντιλήψεις που συγκροτούν την ολότητα και ίσως την ύπαρξή τους. Η λογική της, οι προθέσεις της, οι αμφιβολίες, τα σκοτεινά σημεία, ο πλούτος των νοημάτων ή η πενία που τις χαρακτηρίζει.

Μεγάλη βοήθεια σε αυτές τις διαδικασίες, είναι και αυτό δημιούργημα του ελληνικού πολιτισμού, η διαλεκτική. Αυτό το γεγονός μπορεί να σημαίνει την συμμετοχή τρίτων στη διερεύνηση και τον διάλογο που θα προκύψει, ή τον πλούτο του γνωστικού και εμπειρικού πεδίου του σκεπτόμενου με τη διττή υπόσταση του παρατηρητή και του σκεπτόμενου, αυτό δηλαδή που λέμε εσωτερικό διάλογο. Η διαλεκτική με τους τρεις νόμους που αποτελούν την ουσία της εξέλιξής της θα καλύψει το όλο της αναζήτησης ή της έρευνας. Ο πρώτος νόμος αφορά στην ενότητα και την συγκρότηση των αντιθέσεων. Αυτή είναι η λεγόμενη «διαλεκτική αντίφαση». Το ολοκλήρωμα αυτό είναι οι απαντήσεις στις εσωτερικές και εξωτερικές αντιθέσεις, οι οποίες είναι οι πηγές του δυναμικού χαρακτήρα της ζωής. Ενοποιούν, ολοκληρώνουν ακόμα και τις πιο χαζοχαρούμενες πεποιθήσεις της πλάνης του μεταφυσικού ή μηχανιστικού «πιστεύω» του σκεπτόμενου. Ο δεύτερος νόμος αφορά στο πέρασμα της αντίληψης, στο ποιοτικό σκέπτεσθαι, πέρα από τον καταπιεστικό δυνάστη της ποσότητας. Ο τρίτος καθοριστικός νόμος είναι αυτός της άρνησης της  άρνησης. Αυτός στην ουσία δεν εκμηδενίζει το παλαιό αλλά προικίζει το νέο με τα θετικά από την εμπειρία στοιχεία και οδηγεί σε ανώτερες μορφές σύνθεσης και οργάνωσης της σκέψης, μακρυά από το προσθετικό και συναθροιστικό πρότυπο που χρησιμοποιεί ο μεταφυσικά ή μηχανιστικά σκεπτόμενος άνθρωπος.

Όπως στην οργάνωση της αναγκαστικής αλληλεξάρτησης έτσι και στις μορφές της κίνησης – δράσης μπορούμε να διακρίνουμε ιεραρχημένα επίπεδα. Η κίνηση, δηλαδή, σε κοσμική, φυσική, χημική, βιολογική και κοινωνική δράση. Κάθε επίπεδο γεννιέται από τα προηγούμενα. Περιέχει τους νόμους τους και τη δική του νομοτέλεια έτσι ώστε δεν ανάγεται σε κανένα από αυτά. Η αλλαγή των νόμων συνδέεται κατευθείαν από την αλλαγή επιπέδου της ιεράρχησης (πχ. σχετικότητα, κβαντική κοκ). Ο εξελικτικός αυτός χαρακτήρας συνεπάγεται τη δυνατότητα του νέου, του καινούργιου. Ο συντηρητισμός και η αστική ιδεολογία αντιδρά μέχρι σήμερα με λυσσαλέες επιθέσεις στη διαλεκτική πραγματικότητα.

Θα ήταν κλασσικά ηλίθιο να πιστέψει κάποιος ότι σε ένα σύντομο τέτοιο σημείωμα μπορεί να αναλυθεί η υπόθεση και η φύση της διαλεκτικής. Το ερέθισμα για μελέτη προσφέρω και τίποτε άλλο.

Για τον σκεπτόμενο άνθρωπο είναι απαραίτητο να γνωρίζει τους νόμους της αποτελεσματικότητας της προσπάθειάς του. Η αποτελεσματικότητα κάθε διαδικασίας δράσης, είτε σκέψης, λόγου ή πράξης, στηρίζεται σε τέσσερις αρχές κα τα αντίστοιχα κριτήριά τους. Η πρώτη ονομάζεται αρχή και κριτήριο της φυσικής πιστότητας και αφορά στον σχεδιασμό και στην πιστή τήρησή του. Η δεύτερη είναι η αρχή και το κριτήριο της φυσικής απλότητας και γι αυτή δεν είναι απαραίτητη καμία εξήγηση αν είναι γνωστές οι έννοιες της φυσικής διαδικασίας και της απλότητας. Η τρίτη αρχή και το κριτήριό της αφορά στην λειτουργικότητα των αναλογιών ή των ομολογιών σε σχέση με το πρότυπο που χρησιμοποιείται για το δημιουργούμενο. Δηλαδή, εάν κάτι ομόλογο ή ανάλογο υπάρχει κάπου και αποδίδει το αιτούμενο έργο, με παρόμοιους τρόπους και κάτω από ποιες συνθήκες. Η τέταρτη αρχή και το κριτήριό της αφορά στη φυσική λειτουργικότητα του προτύπου. Δηλαδή, το εάν η λειτουργικότητά του σέβεται την τάξη και τους φυσικούς νόμους όπως επαληθεύονται από την εμπειρία. Εδώ, στην τέταρτη αρχή είναι η περιοχή όπου όσον αφορά στους φυσικούς νόμους η κοινή λογική αποκλείει την προσπάθεια ανατροπής τους. Όσον όμως αφορά στην τάξη, η οποία είναι μία αφηρημένη έννοια, και η οποία συνήθως νοθεύεται από τους σκοπούς τις επιθυμίες και την γνώση του δρώντος, συμβαίνουν μύρια όσα, συνήθως αφύσικα ή καταστροφικά. Οι συμβιβασμοί, όπως δηλώνει η λέξη, δεν πρέπει να αγνοούν τον χρόνο στον οποίο συμβαίνουν, ούτε να είναι στην ουσία ασύμβατοι με την φυσική τάξη, πράγμα που συνήθως συμβαίνει αφού οι επιδιώξεις και οι προθέσεις στοχεύουν στην μονιμότητα, στο κέρδος και στην κυριαρχία. Τίποτα δεν υπάρχει από αυτά στην φυσική τάξη και κανένα γεγονός ή διαδικασία δεν έχει κυριαρχικό χαρακτήρα.

Οι αντιφάσεις της ζωής, οι συγκρούσεις, ο πόλεμος, ο έρωτας, η δημιουργία, η ασθένεια και ο θάνατος είναι γεγονότα δυναμικά και απόλυτα συμβατά με τη φύση του ανθρώπου. Η ελευθερία της σκέψης ή των διαδικασιών της είναι αναπόφευκτα αρκεί να μην προκαλούν ρήγματα στην ψυχή, στο θείο μέρος της ύλης. Η εξωπραγματική ατμόσφαιρα του «εγωιστικού», σύγχρονου, αστικού πολιτισμού είναι η κύρια αιτία του δυσέραστου χαρακτήρα της σκεπτικής διαδικασίας. Η ελευθερία της σκέψης, ό,τι δηλαδή δυνητικά μπορεί να απελευθερώσει τον άνθρωπο, στην πράξη, τον κάνει εγωπαθή, σκλάβο και δυστυχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: