Τρομαλέοι και φρενόπληκτοι συνέλληνες (24/3/2018)


  
Κείμενο που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο 17ο τεύχος του περιοδικού «Ερμής του Ξωβουνίου» τον Μάρτιο του 2005.

Η ιστορία συνήθως γράφεται κι ερμηνεύεται σύμφωνα με την ιδεολογία και αντίληψη που έχουν για τον κόσμο αυτοί που επικρατούν στις συγκρούσεις. Δηλαδή οι πιο βίαιοι, οι πιο ανενδοίαστοι, οι εξουσιαστές. Γι’ αυτό το λόγο, ενώ τα γεγονότα παραμένουν, όταν υπάρχουν διασταυρωμένες μαρτυρίες, η ερμηνεία τους γράφεται και ξαναγράφεται. Το αντίθετο θα ήταν παράλογο.
Θεωρώντας ότι στο ιστορικό παρελθόν βρίσκονται οι ρίζες του παρόντος, το οποίο με τη σειρά του δημιουργεί το σπέρμα που θα σχηματίσει το μέλλον, σοφότερον είναι να εξετάζονται τα γεγονότα με πολυσήμαντο τρόπο. Κυρίως, θα πρέπει να αποφεύγεται η συναισθηματική ερμηνεία, αλλά και η άκαμπτη επιβεβαίωση της ιδεολογικής αντίληψης της άρχουσας τάξης, όπως αυτή διαμορφώνεται σε κάθε εποχή.
Αγωνιστές όπως ο Οικονόμου στην Ύδρα, ο Μπαλής στην Άνδρο κι άλλοι πολλοί, αποδεικνύουν ότι το ξεσήκωμα του ’21 είχε και ταξικό χαρακτήρα. Η αλήθεια αυτή, ακόμη και σήμερα, σχεδόν διακόσια χρόνια μετά, τρομάζει τους νεοκοτζαμπάσηδες που κρατούν στη σκιά αυτή την πλευρά του Αγώνα.
Η δόξα του 1821 είναι τόσο λαμπερή, ώστε αντισταθμίζει μέχρι σήμερα την αθλιότητα και τη φαυλότητα των Νεοελλήνων προσκυνημένων. Το ερώτημα που δημιουργείται αμείλικτο είναι: έως πότε θα μπορεί να το κάνει; Τι θα συμβεί εάν επικρατήσει τελείως το απαλείφον κομβίον; Κλίκ! (delete).

Απόσπασμα από το βιβλίο του Τάκη Α. Σταματόπουλου «Ο Εσωτερικός Αγώνας» , εκδόσεις Κάλβος, Αθήνα 1979. Τόμος Α΄ σελ. 258 – 265:

«…είχεν αρχίσει (από τον Οκτώβρη) έντονη κι η προεκλογική κίνηση, για να βγουν οι αντιπρόσωποι για την Α΄ Εθνική Συνέλευση, μ’ αφάνταστη οξύτητα. Οι στρατιωτικοί κατηγορούσαν τους κοτζαμπάσηδες, ‘τους Τουρκολάτρες’, όπως τους έλεγαν, ότι ήθελαν να επιβάλλουν την τυραννία στο λαό, αντικαθιστώντας τους Τούρκους κι οι Ολιγαρχικοί δεν πήγαιναν πίσω και τους χαραχτήριζαν ‘κλέφτες’ που δεν επεδίωκαν τίποτ’ άλλο από τη ‘λαφυραγωγία’. ‘Δεν επρόκειτο περί προεκλογικού αγώνος απλώς – γράφει ο Δ. Κόκκινος - αλλά περί πραγματικής πάλης των τάξεων, εις την οποίαν όπως παντού και πάντοτε δεν υπήρχαν όρια εις τα χρησιμοποιούμενα κατ’ αλλήλων μέσα’.
»Αλλά όπως ήταν επόμενο, οι ολιγαρχικοί, κατέχοντας τον εκλογικό μηχανισμό, έστελναν όσους ήθελαν πληρεξούσιους. Ενώ, ‘περί αντιπροσωπίας του λαού – λέει ο Μένδελσον – κατά την στενήν της λέξεως σημασίαν ουδείς ηδύνατο να γίνει λόγος, διότι οι προύχοντες είχον στερήσει τον λαόν του εκλογικού δικαιώματος, σφετερισθέντες αυτοί το δικαίωμα του διορισμού των πληρεξουσίων’. Οι αντιπρόσωποι άρχισαν να συγκεντρώνουνται στο Άργος κατά τα τέλη του Οκτώβρη: μα ενώ όλοι οι άλλοι σχεδόν είχαν έρθει, καθυστερούσαν ακόμη οι κοτζαμπάσηδες Αχαΐας γιατί περίμεναν να τελειώσει πρώτα η οργάνωση της Στερεάς με τους φίλους των, Μαυροκορδάτο και Νέγρη, για νάχουν έτσι ‘ένα ισχυρότατον έρεισμα εν τη Στερεά’, να πάνε όλοι μαζί με τους πληρεξούσιους που θάφερναν και να παρουσιαστούν ισχυροί κι ενωμένοι στη Συνέλευση απέναντι του Υψηλάντη και των στρατιωτικών, που είχεν αυξηθεί το κύρος των με την άλωση της Τριπολιτσάς. Οι Υδραίοι όμως, που είχαν καταξοδευτεί με τις θαλασσινές επιχειρήσεις, που έκαναν ως τότε, φοβόντουσαν νέαν έξοδο του εχθρικού στόλου κι ήθελαν η Συνέλευση να γίνει όσο το δυνατό συντομώτερα, για να οργανωθεί δημόσιο ταμείο και να μπορέσουν να κινήσουν τα πλοία τους. Γι’ αυτό, ανυπόμονοι και γεμάτοι ανησυχία έστειλαν κι άλλο έγγραφο (6 Νοεμβρ.) στους προύχοντες του Μοριά κι εζητούσαν να επιταχυνθεί η Συνέλευση γιατί ‘ο καιρός δεν επιδέχεται αναβολήν, το δε Γένος όλον κινδυνεύει’, κι απειλούσαν ότι θ’ αποχωρήσουν και θα φροντίσουν μόνοι τους για τη σωτηρία. Παρ’ όλ’ αυτά, οι κοτζαμπάσηδες Αχαΐας έμειναν ασυγκίνητοι και χωρίς να λογαριάσουν κανένα, ούτε τους άλλους που τους περίμεναν κι αδρανούσαν, ούτε τον κίνδυνο ‘δια το Γένος’, που τόνιζαν οι Υδραίοι, εξακολουθούσαν, σα να μην συνέβαινε τίποτε, να καθυστερούν για να κερδίσουν καιρό, να οργανωθούν καλύτερα και να κάμουν επιβλητικήν εμφάνιση στη Συνέλευση. Οι συγκεντρωμένοι στο Άργος αντιπρόσωποι της άλλης Ελλάδας κάθουνται με σταυρωμένα χέρια χωρίς να μπορούν να κάμουν τίποτε, αδημονούν κι αγαναχτούν για την καθυστέρηση των κοτζαμπάσηδων Αχαΐας. Όλοι ζητούν ν’ αρχίσει η Συνέλευση, να οργανωθεί πολιτική εξουσία κι εκδηλώνοντας την αγανάκτηση και ανυπομονησία τους, ξεσπούν σε φωνές: ‘Σύστημα, σύστημα θέλουμε!’ (δηλαδή Πολίτευμα, Διοίκηση).
»Ο Υψηλάντης στέλνει νέα πρόσκληση στους κοτζαμπάσηδες Αχαΐας, μ’ αυτοί στις 15 Νοέμβρη (χωρίς να καταδεχτούν να του απαντήσουν καθόλου), ξεκίνησαν τέλος κι αφού στο πέρασμά τους πήραν και τους Κορίνθιους που τους περίμεναν, έφτασαν στον ‘Αϊ – Γιώργη’, και κατασκήνωσαν. Οι άλλοι πληρεξούσιοι κατάπληχτοι, που οι κοτζαμπάσηδες Αχαΐας στάθμεψαν στον Αϊ –  Γιώργη και δεν ήρθαν στο Άργος, δεν μπορούν να συγκρατήσουν την αγανάχτησή τους, και προπάντων οι νησιώτες, που φοβόντουσαν νέαν έξοδο του τούρκικου στόλου.  Γι’ αυτό οι Υδραίοι, στις 20 Νοέμβρη, πάλι διαμαρτύρονται γιατί ‘ολίγοι Πελοποννήσιοι άρχοντες δεν ημπόρεσαν να συνέλθωσι εις το Άργος από την μικράν περιοχήν της Χερσοννήσου’, και τους απευθύνουν απεγνωσμένην έκκληση: ‘Αδελφοί Πελοποννήσιοι, αισθανθείτε δια τους οικτιρμούς του Θεού, την αληθινήν περίστασην του Γένους μας, τέλος πάντων. Γνωρίσατε πως χανόμεθα όλοι δια την ολεθρίαν αδιαφορίαν σας. Στοχαστείτε πως έχετε να δώσετε απολογίαν του γενικού αφανισμού ενώπιον του Θεού και της ανθρωπότητος’.
»Ο Υψηλάντης που τους διαβίβασε το έγγραφο των Υδραίων, νομίζοντας ότι οι προύχοντες Αχαΐας φοβόντουσαν να  έρθουν στο Άργος από τον αναβρασμό του λαού, τους έδινε προσωπική εγγύηση για την ασφάλειά τους, μα αυτοί απάντησαν ρητά κι ανεπιφύλαχτα, ότι τους ήταν περιττή η εγγύηση του Υψηλάντη και ότι περίμεναν ‘να συμπαραλάβωσι και τους παραστάτας της Ρούμελης’, και δεν ήθελαν ν’ αρχίσει η Συνέλευση χωρίς το Μαυροκορδάτο και το Νέγρη. Η προκλητική αυτή απάντηση έπεσε σαν βόμβα στο Άργος. Αφάνταστη ήταν η αγανάχτηση όλων για την παρελκυστική ταχτική των κοτζαμπάσηδων Αχαΐας. ‘Η ατμόσφαιρα εν Άργει – γράφει ο Πιπινέλης – είναι αποπνικτική. Το μίσος του λαού κατά των προκρίτων τρομερόν’. Και μέσα σ’ αυτό το σάλο και την έξαψη, γίνουνται πάλι σχέδια και σκέψεις για την θανάτωσή τους, μα περιμένουν και τους κοτζαμπάσηδες Αχαΐας για να τους εξοντώσουν όλους μαζί.
»Μα ο καλόκαρδος  Υψηλάντης και ο Κολοκοτρώνης βλέποντας αυτόν τον επικίνδυνο αναβρασμό του λαού και του στρατού πάσχιζαν να τους καθησυχάσουν, με τη διαβεβαίωση ότι καταρτίζεται σχέδιο για δημοκρατικώτερη διοίκηση που θα ικανοποιούσε το λαό και το στρατό. Τέλος αργά, στις 3 του Δεκέμβρη (αφού είχε αρχίσει από την 1 Δεκέμβρη η Συνέλευση συντάσσοντας τη διακήρυξη), έφτασε στο Άργος ο Μαυροκορδάτος, ο Νέγρης με τους ‘παραστάτας’ της Στερεάς και τους κοτζαμπάσηδες Αχαΐας με επιβλητική συνοδεία οπλοφόρων. Κι αφού την προηγούμενη ημέρα (2 Δεκέμβρη), ο Υψηλάντης και ο Κολοκοτρώνης είχαν φύγει προσωρινά στο Ναύπλιο να πολιορκήσουν το κάστρο του κι εξασθένησαν οι στρατιωτικοί, ήταν φανερή πια η υπεροχή των κοτζαμπάσηδων και των Φαναριωτών. Οι ραδιουργίες, τώρα μάλιστα που έλειπεν ο Υψηλάντης, έγιναν πιο έντονες και ο Νέγρης με τους ανθρώπους του φρόντισε να παρασύρει τους Νησιώτες: ‘Διατί αναγνωρίζετε αρχηγόν τον Υψηλάντη; Εις σας ανήκουν τα πρωτεία της Ελλάδος, διότι σεις έχετε την δύναμην της θαλάσσης’. Μα και οι κοτζαμπάσηδες που εξουσίαζαν τις πλουσιώτερες επαρχίες, όπως ήσαν οι άρχοντες της Αχαΐας, της Ηλείας, της Αιγιαλείας, των Καλαβρύτων και της Κορινθίας, και είχαν στα χέρια τους την οικονομική ζωή του τόπου, τους έπεισαν ότι σ’ αυτούς έπρεπε να στηρίζουνται.  Και οι Νησιώτες που ήθελαν την οικονομική συνεργασία των προυχόντων, να ταχτοποιήσουν το ζήτημα για τις προκαταβολές και τις δαπάνες που έκαναν για το στόλο, δεν δυσκολεύτηκαν να εγκαταλείψουν τον Υψηλάντη και να ταχτούν μαζί τους. Οι ‘Οικοκυραίοι’ μάλιστα της Ύδρας είχαν κι άλλο σοβαρό λόγο να θελήσουν τη συνεργασία με τους κοτζαμπάσηδες, γιατί είχαν ανησυχήσει πολύ με την πληροφορία, ότι ο Αντώνης Οικονόμου, φεύγοντας από το μοναστήρι που τον είχαν περιορίσει, έτρεχε στο Άργος να λάβει μέρος στη Συνέλευση. Γιατί όπως είναι γνωστό, ο Υδραίος πλοίαρχος Α. Οικονόμου, από τις πιο εξαιρετικές και μεγάλες φυσιογνωμίες του 21, φίλος του Παπαφλέσσα και φανατικός Φιλικός, μαζί με το Γκίκα Θ. Γκίκα – το ευγενικό παλληκάρι που πρόωρα χάθηκε – βλέποντας ότι οι πλούσιοι προεστοί της Ύδρας αδρανούσαν και δεν εννοούσαν με κανένα τρόπο να επαναστατήσουν, ξεσήκωσε το λαό, εγκατάστησε ‘δημοκρατικό σύστημα’ στο νησί κι εκήρυξε την Επανάσταση. Οι νοικοκυραίοι θέλησαν να φύγουν για τη Ζάκυνθο. Μα ο επαναστατημένος λαός της Ύδρας τους ανάγκασε να μείνουν εκεί και να λάβουν κι αυτοί μέρος στον αγώνα. Κι έτσι η Ύδρα με το κίνημα του Οικονόμου πήρε μέρος στην Επανάσταση, και με το στόλο της προφύλαξε το Μοριά κι εξασφάλισε τη συνέχισή της και τη νίκη. Οι νοικοκυραίοι όμως ύστερ’ από λίγο, βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία που ο Οικονόμου αδυνάτισε, στέλνοντας τους φίλους του να πολεμήσουν, κι αφού διέθεσαν πολύ χρήμα, έκαμαν αντεπανάσταση και πήραν πάλι την εξουσία, ξανάφεραν την ολιγαρχική διοίκηση και αργότερα έπιασαν τον Οικονόμου και τον παράδωσαν στον προύχοντα της Αχαΐας Σωτ. Θεοχαρόπουλο και τον ηγούμενο Ναθαναήλ που τον περιόρισαν στο μοναστήρι της ‘Αγίας Βαρβάρας’, στα Καλάβρυτα πέντε μήνες. Μα όταν ο Οικονόμου έμαθε ότι άρχισ’ η Συνέλευση, έφυγε για να πάει στο Άργος. Ο ηγούμενος Ναθαναήλ πληροφόρησε αμέσως, με τον κοτζαμπάση Αχαΐας Σ. Χαραλάμπη, τους νοικοκυραίους της Ύδρας που ‘κατεταράχθησαν’,  έκαμαν μυστική σύσκεψη με τους προύχοντες του Μοριά (οι πρόκριτοι της Ύδρας) χωρίς να ξέρουν τίποτε οι στρατιωτικοί, εκτός από τον Ανδρέα Λόντο, κι αξίωσαν να δολοφονηθεί ο Οικονόμου, άλλως απειλούσαν να αποχωρίσουν. Και πραγματικά ο Α. Λόντος ανέλαβε πρόθυμα με τους μισθωτούς του Ρουμελιώτες και τον εδολοφόνησε!

»Μ’ αυτό, το βαρύ τίμημα, οι κοτζαμπάσηδες, και με την ικανοποίηση των απαιτήσεων των ναυτικών, για τα έξοδα που είχαν κάμει, εξασφάλισαν τη φιλία και συνεργασία των νοικοκυραίων της Ύδρας και κατόρθωσαν να τους αποσπάσουν από τον Υψηλάντη. Η άγρια κι άδικη αυτή δολοφονία του μεγάλου πατριώτη Αντώνη Οικονόμου – που ήταν το πρώτο μεγάλο πολιτικό έγκλημα – μόλις έγινε γνωστή προκάλεσε σωστή θύελλα κι αναστάτωση στη Συνέλευση, που κινδύνεψε να διαλυθεί και μόνον η κρισιμότητα κι η επιταχτική ανάγκη για την πολιτική οργάνωση του αγώνα, έσωσε την κατάσταση. Οι ‘οικοκυραίοι’, ενωμένοι πλέον με τους κοτζαμπάσηδες του Μοριά και τους Φαναριώτες, ήσαν κυρίαρχοι στη Συνέλευση. Θα μπορούσαν ακόμα με δυναμικήν επιβολή να υπερισχύσουν οι στρατιωτικοί, αλλά (όπως είδαμε παραπάνω), ο Υψηλάντης ‘βαρυνθείς τας αδιακόπους φατριαστικάς έριδας υπεχώρησεν εκουσίως’, και έφυγε για το στρατόπεδο στην Κόρινθο (24 Δεκ.). Κι οι ολιγαρχικοί, αφού έμειναν απόλυτοι κύριοι στην κατάσταση και συνέχισαν ανενόχλητοι τις συνεδρίες, επωφελήθηκαν την ευκαιρία κι εψήφισαν τον οργανισμό της Γερουσίας…».

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ του Τ. Σταματόπουλου που αφορά στο απόσπασμα που δημοσιεύεται:
/Δ.Κόκκινου: ‘Η Ελληνική Επανάστασις’./ Φ. Χέρτσμπεργκ: Ιστορία Ελληνικής Επαναστάσεως 1-4, Αθήναι 1916. Πρόκες Όστεν: Ιστορία των Ελλήνων Κατά του Οθωμανικού Κράτους, Αθήναι 1862./ Β. Μέντελσον: Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως Α-Β, Αθήνα 1895./  Θ. Αγγελόπουλος: Η επί του Αγώνος Β΄ βουλευτική περίοδος 1823-4, Αθήνα 1927./ Ν.Δραγούμης: Ιστορικαί Αναμνήσει, Αθήνα 1937./ Π. Πιπινέλης: Πολιτική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Παρίσι 1928./ Ι. Κορδάτος: Ιστορία Νεότερης Ελλάδος. Τ. 1-3./ Αρχείο Κουντουριωταίων 1-9 (Πρωτοψάλτη – Διαμαντή)./ Ι.Φιλήμονος: Δοκίμιον της Ελληνικής Επαναστάσεως T. A – Δ, Αθήναι, 1859-1861./ Φίνλεϋ: Ιστορία Ελληνικής Επαναστάσεως Α – Β, Αθήνα 1954./ Ν. Σπηλιάδης: Απομνημονεύματα της Ελληνικής Επαναστάσεως Α – Γ, Αθήνα 1857./ Μ. Οικονόμου: Ιστορικά Ελληνικής Παλιγγενεσίας, Αθήναι 1873./ Γ. Γερβίνου: Ιστορία της Επαναστάσεως και Αναγεννήσεως της Ελλάδος, Αθήναι 1864.


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: