Η οργάνωση στο αυτορυθμιζόμενο σύστημα (18/3/2018)



Όπως επανειλημμένα έχει αναφερθεί σε προηγούμενα σημειώματα η θεωρία των συστημάτων αναπτύχθηκε σαν μέθοδος έρευνας. Η γενικότερη προσπάθεια ανήκε σε ορισμένους που αναγνώριζαν την πραγματικότητα της ανάγκης που γινόταν συνεχώς πιο φανερή από την καθιέρωση της χρήσης των μηχανών και αργότερα των υπολογιστών (L. Von Bertanllanfy, N. Wiener κλπ). Δυστυχώς, όλες οι συντονισμένες προσπάθειες εγκαταλείφθηκαν. Η εξειδίκευση που απαιτείται από τις τεχνικές εφαρμογές είναι σε βάρος της Γνώσης, ενώ συγχρόνως τα κέντρα εξουσίας και ελέγχου γίνονται ολοένα και πιο ισχυρά και απολυταρχικά. Αυτό είναι πια καθημερινό αφού ο «ειδικός» φτάνει στο σημείο να μη γνωρίζει ο ίδιος τον τελικό στόχο που υπηρετεί η εργασία του.
Μέσα στην κατάσταση που επικρατεί, πολλές έννοιες φθείρονται και κάνουν δύσκολη έως αδύνατη την κατανόηση. Πιστεύω ότι καθήκον κάθε νέου  δημοκράτη είναι να μελετήσει και να γνωρίσει την θεωρία των συστημάτων έτσι ώστε να μπορεί να παρακολουθεί την εξέλιξη των πραγμάτων και να μην γίνεται ένα αυτοματικό εξάρτημα της Παγκόσμιας Μεγαμηχανής του Κέρδους, του Σκότους και της Πλάνης.
Ένα ελεύθερο σχολείο θα έπρεπε να δίνει αυτό το εφόδιο ενώ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή, το εξουσιαστικό σχολείο αποκλείει την κατανόηση και δεν διαλύει την σύγχυση. Μοιάζει να είναι γενική επιδίωξη, για να μην πω σχεδιασμένη επιδίωξη, ότι ακόμη και στις προηγμένες χώρες διατηρείται η σύγχυση και παράγονται υπηρέτες της μόνον.

Καμία από τις προβαλλόμενες διαφορές και αιτίες μιας σύγκρουσης μεταξύ ιδεών και ανθρώπων δεν είναι αληθής και πραγματική. Τις περισσότερες φορές οι πραγματικές αντιθέσεις βρίσκονται σε διαφορετικά ιεραρχημένα πεδία και έτσι η σύγκρουση δεν έχει νόημα ούτε είναι δικαιολογημένη, αλλά κυρίως είναι αναποτελεσματική. Μικρό παράδειγμα οι έννοιες ποσότητα και ποιότητα, δεν ανήκουν στο ίδιο ιεραρχημένο επίπεδο. Ένα άλλο παράδειγμα μεγάλης σημασίας για την κατανόηση της συστημικής μεθόδου είναι το εξής: η έννοια της τάξης αφορά σε ένα σύνολο στοιχείων με όμοιες ή ίδιες ιδιότητες, ποιότητες ή ικανότητες. Η τάξη αφορά σε διευθέτηση, τακτοποίηση, διάταξη, αξιώματα, κοινωνική θέση, επαγγέλματα κα. Αφορά επίσης στο καθήκον ενός εκάστου προς τα άλλα στοιχεία ή τους άλλους ανθρώπους, όχι μόνον αυτούς που ανήκουν στην ίδια τάξη. Η τάξη, επίσης, δηλώνει και αφορά στην κανονικότητα, το «άγειν εκ της αταξίας» (Πλατ. Τιμ. 30Α΄). Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η τάξις είναι διαφορετική έννοια από την θέση, η οποία σημαίνει απλώς τον τόπο που κατέχει ή βρίσκεται το στοιχείο του συστήματος.

Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι είναι δυνατό να υπάρχουν σε ένα σύστημα πολλές τάξεις στοιχείων και ότι η τάξη δηλώνει την ορισμένη σχέση που έχουν μεταξύ τους τα στοιχεία αλλά και τη σχέση με άλλες τάξεις.
Αν προσθέσουμε στα παραπάνω και ένα Σκοπό, ένα ορισμένο δηλαδή έργο που στοχεύει το σύστημα, έχουμε ένα ανώτερο πεδίο ιεράρχησης και η τάξη γίνεται οργάνωση. Αυτό σημαίνει ότι η οργάνωση περιλαμβάνει την τάξη αλλά δε συμβαίνει το αντίστροφο. Το κάθε ιεραρχημένο πεδίο έχει, όπως έχουμε δει, τους δικούς του νόμους που περιλαμβάνουν αυτούς των κατωτέρων και κάποιους παραπάνω. Έτσι ο σκοπός κάνει την οργάνωση να ανήκει σε ανώτερο πεδίο. Χρησιμοποιώντας την συστημική μέθοδο θα πρέπει να μην λησμονούνται ορισμένες αρχές που θα κάνουν πιο αποτελεσματική την έρευνά μας.

Η σχέση μεταξύ των αντικειμένων της σκέψης μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο κατανοητή. Εξαρτάται άμεσα από το δυναμικό του γνωστικού πεδίου, την ευκαμψία της σκέψης και την συνειδητοποιημένη εμπειρία. Από αυτή την πραγματικότητα γεννιέται η κατηγοριοποίηση και δημιουργούνται οι τάξεις. Η διαδικασία αυτή ανήκει στην νοητική κατασκευή που είναι μέρος της διαδικασίας της σκέψης. Έτσι ο παρατηρητής ερεθίζεται από μία δράση που συμβαίνει στο περιβάλλον του, το όργανο της αίσθησης αντιλαμβάνεται βάση του γνωστικού του πεδίου και ξεκινάει η νοητική κατασκευή, η οποία με την επανάληψη δημιουργεί το πεδίο της μάθησης, η οποία επανάληψη στερεώνει τη συνήθεια, στην οποία έπεται η συμπεριφορά, ο χαρακτήρας και τέλος η συνειδητότητα. Έτσι μπορεί να θεωρείται τακτοποίηση μια ομαδοποίηση ή μια ενότητα με περισσότερο κοινά στοιχεία, πράγμα που είναι μια πιο κοντινή ερμηνεία στην έννοια τάξη.
Η διαδικασία αυτή συντελείται κατά δύο κύριους τρόπους:
1.    Η θέση ενός αντικειμένου καθορίζεται σε σχέση με τη σχέση άλλων αντικειμένων ακόμη και αν δε είναι ευκρινώς ορατός ο λόγος για να είναι αυτή η θέση του εξεταζόμενου αντικείμενου ή άλλη διαφορετική.
2.    Οι έννοιες μιας ορισμένου τύπου τάξης (κοινωνικής, ηθικής , αισθητικής, λειτουργικής, δομικής κλπ) ακόμη και η μεταφυσική ιδέα μιας απόλυτης τάξης κατασκευάζεται νοητικά από την πεποίθηση ότι κάθε αντικείμενο έχει θέση καθορίσιμη με οποιαδήποτε σχέση και από το ότι αυτές οι σχέσεις είναι λογικές ή κατανοητές για το «πνεύμα» και το «σώμα» στερεώνοντας έτσι τον λόγο ύπαρξής τους και κυρίως μια αξία σκοπιμότητας η οποία δημιουργεί τη συνείδηση ενός εμπρόθετου και σχεδιασμένου κόσμου με απουσία του τυχαίου το οποίο ερμηνεύεται σαν αστοχία.

Η οργάνωση είναι ένα από τα δώδεκα κύρια χαρακτηριστικά με τα οποία σαν εργαλείο εξετάζουμε με τη συστημική μέθοδο κάθε ζητούμενο (λεπτομέρειες μπορούν να αναζητηθούν στο βιβλίο Κυβευτής ο Κυβερνήτης στο αντίστοιχο κεφάλαιο). Η οργάνωση ενός συστήματος είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής διαλεκτικής μεταξύ των στοιχείων του. Ορίζει αφενός την αυτονομία του αλλά και την εξαρτημένη αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, τόσο το εσωτερικό όσο και το εξωτερικό.
Η ολότητα, που σε προηγούμενα σημειώματα τονίστηκε πόσο σημαντική έννοια είναι για το σύστημα, και η οργάνωσή του αποκαλύπτει την ποιοτική σύνθεση των στοιχείων ενός συστήματος. Δηλαδή, πώς είναι αυτή η σύνθεση; άκαμπτη; εύκαμπτη; χαλαρή; κοκ.
Η οργάνωση ενός συστήματος, στην ουσία η δομή και η ολότητά του μαζί, προκύπτει από τις αντίστοιχες ιδιότητες και συμπεριφορές των στοιχείων του. Υπάρχει δηλαδή ένας εσωτερικός δεσμός, μια εσωτερική σχέση της οργάνωσης ενός αυτορυθμιζόμενου συστήματος με τη δομή και την ολότητά του. Αυτά τα συστήματα είναι δυναμικά και συνεπώς διαθέτουν πρόγραμμα το οποίο περιέχει το σχέδιο της οργάνωσης όπως και τα κίνητρα, τους στόχους και τον σκοπό της ύπαρξή τους. Μέσω αυτής της άμεσης σχέσης η οργάνωση επηρεάζει την ανάπτυξη, την συντήρηση, την λειτουργία, την ευστάθεια, την επαναδραστική ικανότητα κλπ. Το γεγονός αυτό, όπως γίνεται φανερό, είναι εξαιρετικά σημαντικό για τον άνθρωπο.
Η οργάνωση συνδέεται εξωτερικά με το περιβάλλον ως προς το αποτέλεσμα της δράσης του συστήματος και το πεδίο παραγωγής έργου. Δηλαδή συνδέεται με το πώς συμπεριφέρεται, δρα, εργάζεται και κατασκευάζει για το περιβάλλον. Εσωτερικά, όμως, συνδέεται με την ποιότητα αυτού του έργου. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι εξωτερικά μπορεί να ψεύδεται, εσωτερικά όμως όχι, γιατί είναι συνδεδεμένο στενά με τη δομή του. Για παράδειγμα, πολλές ασθένειες οφείλονται σε αυτή την αντίθεση έξω και έσω περιβάλλοντος.
Στα δυναμικά αυτά συστήματα η αυτοργάνωση αναπτύσσεται μέσω της δυνατότητας αυτορύθμισης που περιλαμβάνει το πρόγραμμα. Τέλος η οργάνωση συνδέεται στενά με μια αυξανόμενη τάση ελέγχου των δεδομένων και των πληροφοριών που διαχειρίζεται και με την μείωση της θετικής εντροπίας του. Το γεγονός αυτό, όπου ταυτίζεται η οργάνωση με τη φύση της, τη συνδέει άμεσα με τη μη αναστρέψιμη κατεύθυνση της αρνητικής εντροπίας, την μοιραία μείωση της ελευθερίας των στοιχείων του συστήματος, των στοιχείων που υπηρετεί, με την ανάγκη ανάλωσης μεγάλης ποσότητας ενεργειακών πόρων, εξ’ ου και η ανάγκη «ανανεώσιμων πηγών ενέργειας» (δυναμωτικά, ενισχυτικά ως προς την ενέργεια). Το γεγονός αυτό μάταια μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτεται από την ανεξάντλητη παραγωγή άχρηστων πληροφοριών ως προς τη γνώση, πληροφοριών «επιστημονικού επιχρίσματος» ή στο κοινωνικό πεδίο, με τη γενίκευση του χρηματισμού και της επ’ ανταλάγματι διαφθοράς  πέραν της αμοιβής της εργασίας.

Με αυτό το σημείωμα κλείνει ένας μικρός κύκλος γνωριμίας με τη συστημική μέθοδο έρευνας. Με την πάροδο χρόνου θα αναρτήσουμε εκτεταμένη βιβλιογραφία για το ζήτημα της συστημικής έρευνας.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια: